Είχα παρκάρει το τριαξονικό σε ένα εγκαταλειμμένο βενζινάδικο στα Ουράλια και ο κάστορας, ο Πολυδεύκης, που είχα τότε για παρέα στα μακρινά ταξίδια χάζευε κάτι εικαστικά στο youporn τα οποία και μου περιέγραφε με αυτή τη χαρακτηριστική βραχνάδα που έχουν οι κάστορες. Τόν άκουγα και ειχα αφεθεί σε μιάν γλυκειά ονειροπόληση.
Ακούστηκε ένα φρενάρισμα που θα το έλεγα κι απότομο αν ήταν αλλά δεν ήταν. Ενα πολύ ομαλό φρενάρισμα ήταν, αυτό ήταν όλο κι όλο.
Απο το σπορ αμάξι, ένα κωλοφτιαγμένο λαχανί Όπελ Καντέτ, βγήκε μιά πανέμορφη κοπέλα που μόλις την είδα σκέφτηκα ότι αποκλείεται να ήταν αυτή ο σύνδεσμος που περίμενα.
Πήγε προς το κλειστό βενζινάδικο και κοίταξε μέσα. Δεν είδε τίποτα πέρα απο ράφια γεμάτα ληγμένα λιπαντικά, στουπιά και τσόφλια από ένα άγνωστο υλικό.
"Ο έρωτας είναι προσωπική υπόθεση" σκέφτηκα και μη βρίσκοντας σημειωματάριο έγραψα τη μεγαλειώδη αυτή φράση στο σκονισμένο ταμπλό.
Γύρισε και κοίταξε προς το μέρος μου ενώ συγχρόνως έφτυσε κάτι μεγάλο προς τα δεξιά της.
Άρχισε να με πλησιάζει κάτι που απευχόμουν εδώ και ώρα.
- Δεν έχω βενζίνη, μου είπε
- Καίω πετρέλαιο, της είπα, λυπάμαι
Ήταν τα πρώτα λόγια που είπα εδώ και καιρό μιάς και η φωνή μου ήταν υψίφωνη και απέφευγα να την χρησιμοποιώ γιατί πεταγόμουνα στο άκουσμα της.
Έκανε ένα βήμα πίσω.
- Είναι δύσκολο να μην μπορείς να πιστέψεις σε τίποτα, ψιθύρισε τόσο σιγά που δεν άκουσα τίποτα
- Να σου δείξω το μάνιουαλ του φορτηγού, της είπα, αν δεν με πιστεύεις
Έμεινε να με κοιτάζει σα να την χτύπησε κεραυνός. Εξυσε το κεφάλι της, έβγαλε απ’ την κωλότσεπη ένα χοντρό δερματόδετο τόμο, που έγραφε στο εξώφυλλο «Πως να τα βγάλετε πέρα με κόπανους» και το συνβουλέυτηκε για κανά μισάωρο.
- Μπορείς να με πάρεις μαζί σου, ρώτησε παρακλητικά
- Μα δεν πάω πουθενά, ήρθα εδώ για κάμπινγκ , απάντησα προβληματισμένος
- Μα καλά, έχεις ξεχάσει όλα τα συνθήματα, ούρλιαξε.
Στα επόμενα πέντε λεπτά μέσα σε μιά έκρηξη ειλικρίνειας μου είχε εκμυστηρευθεί οτι είναι ή Τσετσένα κατάσκοπος που περίμενα.
Τελικά ήταν ο σύνδεσμος.
Μετά θυμήθηκα και τα παρασυνθήματα και τα είπα όλα μαζεμένα.
Ρώτησα ποιά ήταν η αποστολή.
Μου είπε πως είχε γραμμένο με τατουάζ στη κοιλιά της τα σχέδια του πιό αργού τρένου στην ιστορία. Πήγαινε τόσο αργά που όλοι νόμιζαν οτι ήταν ακίνητο. Ετσι θα μπορούσε να μεταφέρει στρατιώτες μέσα από τις γραμμές του εχθρού χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι. Στην ουσία ήταν το πρώτο τρένο στελθ στην ιστορία.
Σήκωσε την μπλούζα της αλλά δεν είδα τίποτα. Μόνο μια ωραία κοιλιά μέ σκόρπιες ραγάδες εδώ κι εκεί.
- Δεν φαίνεται τίποτα, απόρησα υψιφώνως
- Το ξέρω, είναι αόρατο, μου είπε. Εμφανίζεται μόνο άμα ερεθιστώ.
- Και τι θες να κάνω; Ρώτησα
- Να με ερεθίσεις, να εμφανιστεί, να το βγάλεις φωτογραφία που θα στείλουμε συνημμένη κάπου.
- Δεν ξέρω πως γίνεται αυτό, είπα
- Τι; Δεν ξέρεις να βγάζεις φωτογραφίες;
- Όχι. Να ερεθίζω, δεν το έχω κάμει ποτέ
- Θα σου πω εγώ. Γδύσου
Γδύθηκα. Σχεδόν δηλαδή. Είχα μείνει με το μελιτζανί μου σλιπάκι.
- Κι αυτό, μου είπε με θολό βλέμμα
- Α, όχι δε γίνεται, αυτό δεν το βγάζω ποτέ, διαμαρτυρήθηκα και η φωνή μου είχε ανέβει μιάμιση ολόκληρη οκτάβα.
- Θες να βοηθήσεις ναι ή όχι; Φώναξε εκνευρισμένη
Τι να κάνω, το έβγαλα και σκέπασα μ αυτό
τον Πολυδεύκη που είχε γουρλώσει τα μάτια και κοίταζε.
Δεν θέλω να πολυλογώ, κάναμε πράγματα που θα ντρεπόσουνα να τα πάρεις μαζί σου, να τα μοιραστείς με τους φίλους σου ή να τα βάλεις σε κάποιο μενού σοβαρού εστιατορίου.
Εγώ βέβαια ήμουν όλη την ώρα με τη κάμερα στο χέρι περιμένοντας να εμφανιστούν τα σχέδια.
Τίποτα δεν εμφανίστηκε.
- Ακόμα δεν ερεθίστηκες, ρώτησα με μόλις κρυμμένη την ανυπομονησία μου
- Ακόμα λίγο θέλω, αλλά αν γίνεται μη μιλάς, μ´ αυτή τη φωνή μου φεύγει
Εγώ σώπασα και συγκεντρώθηκα στις σκέψεις μου.
Κάποια στιγμή όντως άρχισαν να εμφανίζονται κάτι σχέδια στη κοιλιά της. Τράβηξα γρήγορα πέντε φωτογραφίες ενώ αυτή άρχισε να φωνάζει κάτι παλιές Τσετσένικες παροιμίες.
Μετά έμεινε ακίνητη. Τελείως ακίνητη. Τόσο που φοβήθηκα οτι τη σκότωσα. Είχε περάσει ένα ολόκληρο λεπτό που ήταν ετςι και ειχα αρχίσει να σκέφτομαι τρόπους να εξαφανίσω το σώμα της, το αλυσοπρίονο σίγουρα θα μου ήταν πολύ χρήσιμο. Έκανα να σηκώσω το κάθισμα να το βγάλω αλλά εκείνη τη στιγμή έβγαλε ενα αναστεναγμό.
- Νταξ οι φωτογραφίες, ρώτησε με μισόκλειστα μάτια
- Νομίζω, είπα προσπαθώντας να χοντρύνω λίγο τη φωνή μου
Ντύθηκε στα γρήγορα, μου πέταξε ένα "ντύσου κι εσύ τωρα, τι κάθεσαι ετσι, τελειώσαμε"
Εγώ πήρα το μελιτζανί σλιπάκι πάνω απ τον Πολυδεύκη που με κοιτούσε με αγωνία και σκεφτόμουν τι στην ευχή τελειώσαμε
Πήγε στο Καντέτ και γύρισε με ενα λαπτοπ Toshiba 64μπιτο.
Συνέδεσε την κάμερα, έκανε κάτι κει πέρα, είπε ένα "ουφ εντάξει", έκλεισε το λαπτοπ, πήγε κάτι να πει αλλά το μετάνιωσε, πήγα να πω κάτι εγώ αλλά μου έκανε σσσστ και δεν είπα τίποτα.
Πήγε στο Καντέτ κι έφυγε. Όχι μαρσάροντας και τίποτα φιγούρες. Πολύ ομαλά. Μάλιστα έβγαλε και φλας.
Την κοιτάζαμε σιωπηλοι με τον Πολυδεύκη που χανόταν στη στροφή.
Μετά ο κάστορας μου, γυρισε κσι με κοίταξε και μετά πήγε και στάθηκε απέναντι μου στο ταμπλό, ξάπλωσε ανάσκελα και μου έδειξε την κοιλιά του.
Έπιασε βροχή.
Comments